Μάγνης

Μάγνης
Μάγνης
1 of Magnesia in Thessaly. Μάγνητι Κενταύρῳ i. e. Cheiron, whose cave was on Mt. Pelion P. 3.45 m. pl. pro subs.,

ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος P. 4.80

ξυνᾶνα Μαγνήτων σκοπὸν πείσαισ' ἀκοίταν ποικίλοις βουλεύμασιν i. e. Akastos, king of Iolkos. N. 5.27

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Μάγνης — the magnet masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μάγνης — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Αιόλου και της Εναρέτης και πατέρας του μυθικού μουσικού Λίνου, γενάρχης των Μαγνήτων. II (Ικαρία περ. 480 π.Χ. – 450 π.Χ.). Κωμωδιογράφος. Θεωρείται ο παλαιότερος ποιητής της αρχαίας… …   Dictionary of Greek

  • Μάγνης, Ιωσήφ — (Μαγνησία Μικράς Ασίας 1800 – Σμύρνη 1871). Αγωνιστής του 1821 και λόγιος. Φοιτούσε στο γυμνάσιο της Χίου, όταν έγινε η σφαγή στο νησί, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει στη Σμύρνη, όπου με δικά του χρήματα συγκρότησε σώμα εθελοντών. Αποβιβάστηκε με το… …   Dictionary of Greek

  • Μάγνης, Πέτρος — (Ζαγορά Πηλίου 1880 – Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1955). Φιλολογικό ψευδώνυμο του ποιητή Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε στην Αθήνα με τον τίτλο Φτερουγίσματα (1902).… …   Dictionary of Greek

  • Θεύδιος ο Μάγνης — (4ος αι. π.Χ.). Μαθηματικός και φιλόσοφος. Καταγόταν από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Ο Θ., που υπήρξε μαθητής του Εύδοξου στην Ακαδημία του Πλάτωνα, ήταν συμμαθητής των περίφημων μαθηματικών αδελφών Μεναίχμου και Δεινοστράτη. Για τη… …   Dictionary of Greek

  • Μακάριος ο Μάγνης — (τέλη 4ου – αρχές 5ου αι. της). Εκκλησιαστικός συγγραφέας από τη Μαγνησία της Καρίας ή της Λυδίας. Έγραψε απολογία για την υπεράσπιση του χριστιανισμού με τον τίτλο Μονογενής ή Αποκριτικός της Έλληνας …   Dictionary of Greek

  • Μαγνητικῶν — Μάγνης the magnet fem gen pl Μάγνης the magnet masc/neut gen pl Μαγνητικός the magnet fem gen pl Μαγνητικός the magnet masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαγνητικόν — Μάγνης the magnet masc acc sg Μάγνης the magnet neut nom/voc/acc sg Μαγνητικός the magnet masc acc sg Μαγνητικός the magnet neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαγνησί — Μαγνής dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαγνητικῆς — Μάγνης the magnet fem gen sg (attic epic ionic) Μαγνητικός the magnet fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαγνητικήν — Μάγνης the magnet fem acc sg (attic epic ionic) Μαγνητικός the magnet fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”